Σε ηλικία 86 ετών άφησε την τελευταία του πνοή ο Γιάννης Φέρτης μετά από μια μακρά καριέρα στο θεατρικό σανίδι, τον κινηματογράφο και την τηλεόραση. Η είδηση του θανάτου του την Κυριακή βύθισε στη θλίψη τον καλλιτεχνικό κόσμο, τους οικείους του και τους θαυμαστές του.
Ο πατέρας του διατηρούσε χασάπικο στην Βαρβάκειο μαζί με τα πέντε αδέλφια του. Όμως ο Γιάννης Φέρτης από τα 16 του ακόμα χρόνια, θεωρούσε τον εαυτό του “πολύ ψωνισμένο” με το θέατρο, όπως συνήθιζε να λέει.
Όπως ο ίδιος αφηγήθηκε στην εκπομπή «Προσωπικά» της ΕΡΤ με την Έλενα Κατρίτση: “Είχα μια διάθεση και μια σκέψη ότι δεν πρέπει να κάνω υποχωρήσεις, δεν πρέπει να σκύβω το κεφάλι, δεν πρέπει να γλύφω” ως καινούριος ηθοποιός. Έφτανα ώρες ώρες δηλαδή να φέρομαι και λίγο παιδικά, με την έννοια ότι μπορεί να τσατιζόμουν και αντιμιλούσα. Μετά από δύο τρία χρόνια είπα τέρμα. Εδώ είναι μια δουλειά συνόλου, ακόμα και βλάκα να σε θεωρούν, κάνε το κορόιδο”.
Το 1962 έπαιξε πλάι στην σπουδαία Ειρήνη Παππά, στην ταινία Ηλέκτρα, μία από τις γνωστότερες παραγωγές της Φίνος Φιλμ σε σκηνοθεσία Μιχάλη Κακογιάννη. Υπήρξε υποψήφια για Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας την ίδια χρονιά, ενώ κατάφερε να αποσπάσει το βραβείο καλύτερης κινηματογραφικής μεταφοράς στο Φεστιβάλ των Καννών.
Στα πάρτυ της γειτονιάς, τα κορίτσια και τα αγόρια χόρευαν και έπειτα του φώναζαν δίχως όμως παιχνιδιάρικη διάθεση: “Και τώρα ο Γιάννης να μας απαγγείλει και τώρα ο Γιάννης να μας απαγγείλει”. Τότε εκείνος καθόταν στην καρέκλα, τοποθετώντας τα χέρια του στα πόδια του και έλεγε μονολόγους. Κατάφερε να παίξει τον πολυπόθητο για εκείνον Άμλετ, στο Αμφιθέατρο του Σπύρου Ευαγγελάτου, το 1991.
Σημαντικό ρόλο στη ζωή του Γιάννη Φέρτη έπαιξε και ο έρωτας: Ποιες ήταν οι γυναίκες της ζωής του;
Η ιστορία του Γιάννη Φέρτη και της Ξένιας Καλογεροπούλου είναι ένα από τα πιο ρομαντικά κεφάλαια του ελληνικού κινηματογράφου. Οι δύο τους συναντήθηκαν για πρώτη φορά το 1959 σε μια εποχή που και οι δύο ξεκινούσαν τις καριέρες τους. Εκείνος, μια νέα, ενθουσιώδης παρουσία, είχε πάει να παρακολουθήσει τα γυρίσματα μιας ταινίας στην οποία πρωταγωνιστούσε εκείνη.
Με το πέρασμα του χρόνου, η γνωριμία τους εξελίχθηκε σε μια στενή φιλία και, σύντομα, σε μια ερωτική σχέση. Η πρώτη τους κοινή εργασία ήρθε με την ταινία “Αγάπη και θύελλα”, μια ταινία που αναδείχθηκε σε μία από τις πιο επιτυχημένες της εποχής της. Από εκείνη τη στιγμή, οι δύο τους δεν μπόρεσαν να αποχωριστούν ο ένας τον άλλον, καθώς η χημεία τους ήταν ανεξίτηλη.
Ο γάμος τους ήρθε τέσσερα χρόνια αργότερα, με μια μεγάλη τελετή που συγκέντρωσε φίλους και συναδέλφους από τον κινηματογραφικό χώρο. Η σχέση τους, όμως, δεν κράτησε για πάντα και τελείωσε το 1972, αφήνοντας πίσω τους μια εποχή γεμάτη αγάπη, δημιουργικότητα και σημαντικές στιγμές για τον ελληνικό κινηματογράφο.
Το 1978 ήταν μια χρονιά που άλλαξε τη ζωή του Γιάννη Φέρτη. Σε εκείνη την εποχή, μπήκε στη ζωή του η Μιμή Ντενίση, μια νεαρή καλλιτέχνιδα με το όνειρο να κατακτήσει τα μουσικά και θεατρικά σανίδια. Η έλξη ανάμεσά τους ήταν αμοιβαία, με τη Μιμή να ερωτεύεται τον Γιάννη από την πρώτη στιγμή και αυτός να την ανταποκρίνεται με την ίδια ένταση και συνέπεια.
Για τη Μιμή, ο Γιάννης Φέρτης δεν ήταν απλώς ένας άνθρωπος στη ζωή της, αλλά ένας σημαντικός οδηγός και μέντορας. Την είδε όχι μόνον ως ερωμένη αλλά και ως ταλαντούχα καλλιτέχνιδα που έπρεπε να βρει τον δρόμο της προς την επιτυχία. Ο Γιάννης ήταν εκείνος που την εμπιστεύτηκε, την καθοδήγησε και την υποστήριξε σε κάθε βήμα της καριέρας της, βοηθώντας τη να φτάσει στην κορυφή του θεάτρου και του πενταγράμμου. Ήταν μια σχέση γεμάτη αγάπη, σεβασμό και κοινό όραμα για την τέχνη.
Με το πέρασμα του χρόνου, ο Γιάννης Φέρτης συναντά ένα ακόμη σημαντικό κεφάλαιο στη ζωή του: τη Μαρίνα Ψάλτη. Αυτή η γνωριμία ήταν ένα νέο ξεκίνημα, μια νέα φωτεινή στιγμή που έφερε φρεσκάδα και νέα ελπίδα στη ζωή του. Η Μαρίνα, με τη ζεστή της προσωπικότητα και τη στήριξή της, έγινε ο βράχος στον οποίο ο Γιάννης βασίστηκε, παρέμεινε δίπλα του και τον στήριξε σε κάθε πρόκληση και δυσκολία που αντιμετώπισε. Η σχέση τους ήταν βαθιά, γεμάτη αγάπη και αμοιβαίο σεβασμό, κρατώντας τους δυο τους σφιχτά συνδεδεμένους μέχρι το τέλος.